Σύνδρομα υπέρχρησης των αθλητών δρόμου
Γράφει ο
Ιωάννης Κ. Τριανταφυλλόπουλος
Ορθοπαιδικός, Διευθυντής Ε’ Ορθοπαιδκής Κλινικής
Τα τελευταία χρόνια, ο πληθυσμός που ασχολείται με το τρέξιμο δρόμου συνεχώς αυξάνεται. Αυτό σημαίνει ότι και οι τραυματισμοί του μυοσκελετικού συστήματος θα μας απασχολούν όλο και πιο συχνά. Και ενώ οι δρομείς μικρών αποστάσεων παθαίνουν οξείς τραυματισμούς όπως οι θλάσεις των μυών και τα διαστρέμματα των συνδέσμων, οι δρομείς μεγάλων αποστάσεων (μαραθώνιος, υπερμαραθώνιος και ορεινό τρέξιμο) – ταλαιπωρούνται από τα λεγόμενα σύνδρομα υπερκαταπόνησης ή υπέρχρησης.
Πιθανόν να έχετε ακούσει ή να έχετε προσωπική εμπειρία για το σύνδρομο της λαγονοκνημιαίας ταινίας, την ορογονοθυλακίτιδα του χηνείου ποδός, το γόνατο των δρομέων με τη χονδροπάθεια της επιγονατίδας, το σύνδρομο των προσαγωγών, το σύνδρομο των κοιλιακών, το σύνδρομο λαγονοψοϊτη, τη θλάση των οπίσθιων μηριαίων μυών, την κνημιαία περιοστίτιδα, την ενθεσοπάθεια του Αχιλλείου τένοντα, την πελματιαία απονευρωσίτιδα, το σύνδρομο χρόνιου διαμερίσματος, το κάταγμα κοπώσεως και τόσες άλλες ορολογίες που περιγράφουν πολλές φορές με δυσνόητο ή και άλλες φορές με γλαφυρό τρόπο όλα αυτά τα σύνδρομα υπέρχρησης των αθλητών δρόμου.
Η αιτιοπαθογένεια των συνδρόμων υπέρχρησης είναι τριπλή και οφείλεται:
- Στην τριβή των ιστών που κινούνται κατά το τρέξιμο. Η τριβή αυτή προκαλεί φλεγμονώδη αντίδραση και δημιουργία τενοντίτιδων και θυλακίτιδων.
- Στην επαναλαμβανόμενη φόρτιση των ιστών που οδηγεί αρχικά στη συσσώρευση μικροτραυματισμών που ο πάσχων ιστός δεν έχει το χρόνο να επιδιορθώσει. Αυτό έχει σαν τελικό αποτέλεσμα τη μηχανική αποτυχία του, όπως για παράδειγμα η ρήξη τενόντων και συνδέσμων αλλά και το αυτόματο κάταγμα ενός οστού (κάταγμα κόπωσης).
- Στην ισχαιμία (έλλειψη αιμάτωσης και οξυγόνωσης) ενός ιστού. Στην έντονη και διαρκή άσκηση του τρεξίματος μεγάλων αποστάσεων, η ανάγκη αιμάτωσης ενός ιστού ξεπερνά τη δυνατότητα παροχής αίματος με αποτέλεσμα τη δημιουργία αντιδραστικού οιδήματος από τον ιστό. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι το σύνδρομο διαμερίσματος των μυών.
Τα αίτια των συνδρόμων υπέρχρησης διακρίνονται σε 3 κατηγορίες:
- Εξωγενή αίτια: ακατάλληλος εξοπλισμός, ακατάλληλα υποδήματα, πτωχές προπονητικές εγκαταστάσεις, προπονητικά λάθη και κακό περιβάλλον προπόνησης και άθλησης.
- Ενδογενή αίτια: ηλικία και προηγούμενοι τραυματισμοί που δεν αποκαταστάθηκαν πλήρως.
- Ανατομικά αίτια: διαταραχές των ανατομικών αξόνων των κάτω άκρων και διαταραχές της ελαστικότητας των ιστών.
Η διάγνωση των συνδρόμων υπέρχρησης γίνεται κατά κύριο λόγο με την κλινική εξέταση του αθλητή από τον ιατρό. Σε ορισμένες περιπτώσεις ο ιατρός θα ζητήσει απεικονιστικό έλεγχο που περιλαμβάνει:
- Ακτινογραφίες για τον έλεγχο οστικών αλλοιώσεων όπως εξοστώσεις, ασβεστοποιήσεις και ενθεσοπάθειες.
- Υπέρηχο μαλακών ορίων για την αναζήτηση τενοντοπαθειών και μυϊκών θλάσεων.
- Μαγνητική τομογραφία για μεγαλύτερη ευαισθησία και ακρίβεια σε περιπτώσεις δύσκολης διάγνωσης.
Τα σύνδρομα υπέρχρησης ταξινομούνται ως προς τη βαρύτητά τους, ανάλογα με το χρονικό διάστημα που εμφανίζονται. Η ταξινόμηση αυτή παίζει ρόλο και στην απόφαση για το είδος της θεραπευτικής παρέμβασης:
Βαθμός βαρύτητας | Χρόνος εμφάνισης του άλγους | Τρόπος αντιμετώπισης |
1ου βαθμού | Άλγος μετά την προπόνηση | Συνέχιση και φυσιοθεραπεία |
2ου βαθμού | Άλγος στο τέλος της προπόνησης | Τροποποίηση άθλησης και φυσιοθεραπεία |
3ου βαθμού | Άλγος στην αρχή και στο τέλος της προπόνησης | Διακοπή άθλησης και φυσιοθεραπεία |
4ου βαθμού | Άλγος σε όλη τη διάρκεια της προπόνησης | Διακοπή άθλησης και χειρουργική εκτίμηση |
Θεραπεία
Η θεραπεία των συνδρόμων υπέρχρησης είναι συνδυασμός πολλών διαφορετικών παρεμβάσεων που αποφασίζει και συντονίζει ο θεράπων ιατρός ανάλογα με τη βαρύτητα της κατάστασης του αθλητή.
Τα αντιφλεγμονώδη φάρμακα παίζουν κάποιο ρόλο μόνο στην οξεία φάση ανάπτυξης των συνδρόμων και για χρονικό διάστημα 1-5 ημερών. Η οξεία φάση είναι δυνατόν να αντιμετωπιστεί το ίδιο αποτελεσματικά με κρυοθεραπεία και τα μηχανικά μέσα της φυσικοθεραπείας. Η τοπική έγχυση κορτικοειδών έχει πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα και μόνο ο ιατρός θα αποφασίσει για τη χρήση της.
Γενικά, πριν αποφασισθεί η χρήση της ο ασθενής πρέπει να έχει δοκιμάσει 6 εβδομάδες ανάπαυση, τροποποίηση τη άθλησης και φυσιοθεραπεία. Επίσης, πρέπει να υπάρχει καλά αναγνωρισμένη και εστιασμένη βλάβη για να γίνει η τοπική έγχυση. Η χρήση κορτιζόνης δεν επιτρέπεται σε οξύ τραυματισμό και με συχνές επαναλήψεις (συνολικά έως τρεις εγχύσεις, μια ανά εβδομάδα είναι σχετικά ασφαλής). Οι εγχύσεις αυτόλογων αυξητικών παραγόντων φαίνεται ότι κερδίζουν όλο και περισσότερο έδαφος αφού υπάρχουν πλέον τεκμηριωμένες κλινικές μελέτες για την αντιφλεγμονώδη και επουλωτική δράση τους. Η φυσιοθεραπεία με τη πληθώρα πλέον των μέσων που διαθέτει προσφέρει αντιφλεγμονώδη δράση, διέγερση παραγωγής και διαμόρφωσης των τραυματισμένων ινών κολλαγόνου, αγγειογένεση και επαναιμάτωση των ισχαιμικών ιστών, αναγεννητική δράση και αποφυγή δημιουργίας ουλών.
Τέλος, η χειρουργική αντιμετώπιση αποφασίζεται όταν:
- Η συντηρητική αγωγή δεν αποδίδει όταν ήδη έχει εφαρμοστεί για διάστημα 3-6 μηνών.
- Δημιουργία πάχυνση του ελύτρου ενός τένοντα που εμποδίζει την ολίσθηση του τένοντα.
- Ασβεστοποίηση μέρους ή ολόκληρου του τένοντα ή του συνδέσμου.
- Ολική ρήξη του τένοντα ή του μυός.
Βέβαια, ο καλύτερος τρόπος αντιμετώπισης των συνδρόμων υπέρχρησης είναι η πρόληψη. Και αυτή επιτυγχάνεται με τα κάτωθι:
- Προετοιμασία με διατάσεις.
- Καλό μυϊκό σύστημα.
- Σωστή στάση και θέση του σώματος.
- Συμμετοχή άνω της μίας άρθρωσης σε μια άσκηση.
- Εναλλαγές δραστηριοτήτων.
- Συχνά διαλείμματα.
- Βελτίωση της τεχνικής.
- Ανάπαυση και ξεκούραση σε περίπτωση ανάπτυξης άλγους.
Πρέπει τέλος να σημειωθεί ότι το κάπνισμα μειώνει την παραγωγή κολλαγόνου με αποτέλεσμα αργή αποκατάσταση αλλά και ευκολία στην εμφάνιση προβλημάτων κυρίως στους τένοντες.
Σεπτέμβριος 2019