Ο ύπουλος κίνδυνος που λέγεται υπέρταση
Ως το σημαντικότερο πρόβλημα δημόσιας υγείας του ανεπτυγμένου κόσμου έχει ανακηρύξει την υπέρταση η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας, καθώς η συγκεκριμένη κατάσταση είναι πολύ συχνή και επιβαρύνει ιδιαίτερα τον οργανισμό. Μάλιστα, η αντιμετώπισή της συχνά… σκοντάφτει στην αδιαφορία ή στο φόβο των ίδιων των υπερτασικών. Με ποιον τρόπο, όμως, μπορούμε να νικήσουμε τον «κρυφό δολοφόνο»;
Γράφει ο
Νίκος Β. Καρατζάς
Καρδιολόγος, Συνεργάτης ΥΓΕΙΑ
Η σταθερά και μόνιμα αυξημένη αρτηριακή πίεση που ονομάζουμε υπέρταση αποτελεί το σημαντικότερο κίνδυνο υγείας. Είναι πολύ συχνή, αφορά σε έναν στους τρεις ενήλικες και οδηγεί σε θανατηφόρες και αναπηρικές παθήσεις της καρδιάς και των αγγείων. Για το λόγο αυτό ήδη πριν από περίπου 40 χρόνια η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας (ΠΟΥ) ανακήρυξε την υπέρταση ως το σημαντικότερο πρόβλημα δημόσιας υγείας του ανεπτυγμένου κόσμου, ενώ πληθυσμιακές μελέτες κατέληξαν στο «νόμο των μισών», ότι δηλαδή μόνο οι μισοί από αυτούς που παρουσιάζουν υπέρταση το γνωρίζουν, από αυτούς που το γνωρίζουν μόνο οι μισοί ακολουθούν κάποια θεραπεία και από αυτούς που κάνουν θεραπεία μόνο οι μισοί έχουν αποτελεσματική ρύθμιση της αυξημένης πίεσής τους.
Από τότε βέβαια έχει αυξηθεί η επίγνωση του κοινού στο πρόβλημα της υπέρτασης και έχει μεγαλώσει πολύ το ιατρικό ενδιαφέρον, με δεκάδες συνέδρια και σεμινάρια κάθε χρόνο και χιλιάδες επιστημονικές δημοσιεύσεις. Έχουν επίσης προστεθεί πολλά αποτελεσματικά φάρμακα για τη ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης.
Ωστόσο, ο «νόμος των μισών» αποδείχτηκε πρόσφατα ότι ισχύει ακόμα και σήμερα και ο χαρακτηρισμός της υπέρτασης ως «του κρυφού δολοφόνου» συνεχίζει να είναι χρήσιμος.
Πώς εντοπίζεται
Ο κύριος λόγος είναι ότι η αυξημένη αρτηριακή πίεση, η οποία είναι αυτό που συνιστά τη διάγνωση, ούτε γίνεται αισθητή ούτε προκαλεί συμπτώματα. Παρότι η μέτρηση της αρτηριακής πίεσης είναι εύκολη, ανώδυνη και τα απαραίτητα εργαλεία φθηνά και παντού διαθέσιμα, η διάγνωση της υπέρτασης αποδεικνύεται συχνά πολύ δύσκολη. Αυτό γιατί η αρτηριακή μας πίεση χαρακτηρίζεται από μεγάλες διακυμάνσεις – μεταβολές στο διάστημα της ημέρας, από μήνα σε μήνα και από εποχή σε εποχή, αλλά κυρίως φυσιολογικά ανεβαίνει ακόμα και με ελάχιστο ψυχολογικό στρες όχι πάντα εμφανές, όπως αυτό που μπορεί να προκαλέσει αυτή καθαυτήν η διαδικασία της μέτρησης.
Η διάγνωση της υπέρτασης επομένως βασίζεται σε πολλαπλές μετρήσεις σε διαφορετικές ευκαιρίες – επισκέψεις στη διάρκεια μιας μακράς χρονικής περιόδου.
Όταν βρεθεί στον πρώτο έλεγχο μικρή αύξηση της αρτηριακής πίεσης, θα πρέπει να την παρακολουθήσουμε σε διάστημα πολλών μηνών για να διαπιστωθεί ποια είναι η «συνηθισμένη πίεση» στον οργανισμό μας το μεγαλύτερο διάστημα και τις περισσότερες ώρες της ημέρας. Συνήθως χρειάζονται τρεις διαδοχικές επισκέψεις με μεσοδιάστημα τουλάχιστον μιας εβδομάδας, αλλά το διάστημα αυτό της παρακολούθησης μπορεί να παραταθεί.
Η παρακολούθηση της αρτηριακής πίεσης στο σπίτι είναι συχνά βοηθητική αν ακολουθηθούν πιστά οι οδηγίες του ιατρού και γίνουν με το σωστό ηλεκτρονικό εργαλείο. Άλλοτε πάλι ο ιατρός θα συστήσει να γίνει μία συνεχής αυτόματη 24ωρη παρακολούθηση της αρτηριακής πίεσης με ειδική φορητή συσκευή.
Το ευρύτερο πρόβλημα
Σε περιπτώσεις όπου διαπιστώνεται σημαντική αύξηση της πίεσης, ο ιατρός πρέπει να εξετάσει το άτομο για να αναζητήσει σημάδια επιπλοκών της αυξημένης πίεσης και, εάν τα βρει, η διάγνωση επιβεβαιώνεται και χρειάζεται να ακολουθήσει θεραπεία.
Εάν πάλι κατά τον πρώτο έλεγχο η αρτηριακή πίεση βρεθεί χαμηλή, τότε μπορούμε να καθησυχάσουμε το άτομο ότι δεν είναι υπερτασικό και να συστήσουμε επανέλεγχο έπειτα από ένα χρόνο ή έξι μήνες, ανάλογα με την ηλικία και το επίπεδο της αρτηριακής πίεσης. Υπάρχουν πολλοί άλλοι λόγοι για τους οποίους έχουμε αποτύχει να αντιμετωπίσουμε το κοινωνικό αυτό πρόβλημα, οι οποίοι πρέπει να αναγνωριστούν και να καταπολεμηθούν με προσπάθεια κατάλληλης ενημέρωσης του κοινού, αλλά και των ιατρών.
Πολλοί ασθενείς φοβούνται τα φάρμακα ή δεν ανέχονται ακόμα και ελαφρές παρενέργειες, παραγνωρίζοντας το σημαντικό όφελος από τη ρύθμιση της αυξημένης πίεσής τους. Άλλοι αμελούν να τα πάρουν τακτικά ή νομίζουν ότι έγιναν καλά αν διαπιστώσουν ότι η πίεσή τους έχει πέσει, παραγνωρίζοντας ότι χρειάζεται συνεχής θεραπεία για να διατηρηθεί το αποτέλεσμα.
Τέλος, επειδή έχει δημιουργηθεί, ιδιαίτερα στη χώρα μας, μια αδικαιολόγητη αρνητική προκατάληψη για την πιο αποτελεσματική και χρήσιμη κατηγορία αντιυπερτασικών φαρμάκων, τα λεγόμενα διουρητικά.
Απάντηση σε πολλές άλλες απορίες σχετικά με την υπέρταση μπορείτε να βρείτε στο βιβλιαράκι «Υψηλή Αρτηριακή Πίεση: Τι πρέπει να ξέρω, τι πρέπει να κάνω» από τον καρδιολόγο Νίκο Β. Καρατζά.
Σεπτέμβριος 2010