Ανεπίτρεπτη κριτική συναδέλφων
Η κριτική ενός γιατρού για ένα συνάδελφό του μπορεί να είναι θετική (ευνοϊκή) ή αρνητική. Για την πρώτη, εάν έχει ειλικρινή κίνητρα, κανείς δεν μπορεί να προβάλει αντίρρηση.
Γράφουν οι
Πλάτων Κεχαγιάς
Χειρουργός Ουρολόγος, Επίτιμος Διευθυντής Α΄ Ουρολογικής Κλινικής ΥΓΕΙΑ
Ρωμύλος Απατσίδης
Χειρουργός Ουρολόγος ΥΓΕΙΑ
...και αδικίη είρξειν. Ιπποκράτης, Όρκος
Στο παρόν άρθρο ασχολούμεθα με τη δεύτερη, την αρνητική κριτική, η οποία, όπως η πείρα μας διδάσκει, είναι κατά κανόνα ατεκμηρίωτη και ανεπίτρεπτη. Και πρέπει, δυστυχώς, με ειλικρίνεια να παραδεχθούμε ότι κάθε άλλο παρά σπάνια επιχειρείται. Και συνήθως επιχειρείται με τρόπους πονηρά συγκαλυμμένους. Αρκεί, κάποτε, και ένας μορφασμός, όταν γίνεται συζήτηση περί κάποιου συναδέλφου, για να δημιουργήσει αρνητικές γι? αυτόν εντυπώσεις και σκέψεις.
Η αρνητική κριτική γίνεται βεβαίως συνηθέστερα ενώπιον του ασθενούς και του περιβάλλοντός του, κάποτε όμως και σε κοσμικές συντροφιές. Επειδή δε, ως γνωστόν, η κοινωνία εύκολα γενικεύει, η γνώμη ότι οι γιατροί αλληλοκατηγορούνται είναι ευρύτατα διαδεδομένη, πολλοί δε ασθενείς, πιστεύοντας ότι γίνονται αρεστοί σ? ένα νέο θεράποντα, αρχίζουν την πρώτη επαφή με αυτόν κατηγορώντας ανοιχτά τον ή τους προηγουμένους.
Σε σπάνιες, ευτυχώς, περιπτώσεις η ανεπίτρεπτη αντισυναδελφική κριτική γίνεται ενώπιον ιατρών – συνεργατών ή και υπό μαθητεία τελούντων (ειδικευομένων ή φοιτητών), ακόμη δε και νοσηλευτικού προσωπικού. Όμως, ο γιατρός που, κατά έναν περίεργο τρόπο αυτοϊκανοποίησης, καταφεύγει σ? αυτήν την τακτική, δεν συνειδητοποιεί ότι το κακό παράδειγμά του θα ακολουθήσουν και άλλοι, ίσως δε οι μαθητές του επαυξημένο, ώστε αργότερα οι τελευταίοι να παραβούν ανενδοίαστα τον ιπποκράτειο Όρκο, τουλάχιστον στο σημείο που αναφέρει «Ηγήσασθαι μεν τον διδάξαντά με την τέχνην ταύτην ίσα γενέτησιν εμοίσι».
Με βάση και μόνο την κοινή λογική ο γιατρός θα όφειλε να συνειδητοποιήσει ότι οποιαδήποτε «λόγω ή έργω» κακία εξακοντιζόμενη εναντίον συναδέλφου ή και άλλου επαγγελματία υγείας, θα επανέλθει, μέσω των επαγγελματικών και κοινωνικών διαύλων, αργά ή γρήγορα σ? αυτόν τον ίδιο. Αν οι γιατροί θέλουμε, και πρέπει να θέλουμε, το επίπονο και σοβαρό έργο που επιλέγουμε, το δικό μας έργο, να εκφεύγει απ? τα μίζερα όρια ενός επαγγέλματος και να τοποθετείται στο πλαίσιο λειτουργήματος, είμαστε υποχρεωμένοι να διατηρούμε τη νηφαλιότητα, τη σοβαρότητα και την ευπρέπεια ενός λειτουργού. Αυτό θα εκτιμηθεί από την κοινωνία, τουλάχιστον από τα σοβαρότερα μέλη της, το αντίθετο θα λοιδωρηθεί.
Τι προβλέπει ο νομοθέτης
Η κακόπιστη κριτική συναδέλφων αντιβαίνει και προς την κοινή λογική και προς το ιατρικό έθιμο, αλλά και προς το νόμο! Και ας έλθουμε ακριβώς στον νόμο.
Ο Α.Ν. 1565/1939 «Περί κώδικος ασκήσεως του ιατρικού επαγγέλματος» απαιτεί από το γιατρό «να συμπεριφέρεται τόσον εν τη ασκήσει του επαγγέλματος όσο και εκτός αυτής κατά τρόπον αντάξιον της αξιοπρεπείας και εμπιστοσύνης τας οποίας απαιτεί το ιατρικόν επάγγελμα».
Ο πιο πρόσφατος Κώδικας Ιατρικής Δεοντολογίας (Ν. 3418/2005) περιλαμβάνει και τα εξής:
1. Άρθρο 2, §2. Ο ιατρός… ασκεί το έργο του σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία (ας παραβληθεί με τον ιπποκράτειο Όρκο: «Συγγεγραμμένοισι τε και ωρκισμένοις νόμω ιητρικώ»).
2. Άρθρο 21, σχέσεις με συναδέλφους, 1: Σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπεται να επικρίνει δημοσίως τους συναδέλφους του, ούτε να υπαινίσσεται οποιαδήποτε υπεροχή έναντι αυτών.
3. Άρθρο 17, §1. Απαγορεύεται οποιαδήποτε προσωπική διαφήμιση.
4. Άρθρο 18, §4. Οι πληροφορίες που παρέχονται στην ιστοσελίδα… σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να οδηγούν σε παραπλάνηση του κοινού ή σε έμμεση συγκριτική εκτίμηση προσόντων ή πτυχίων.
Ενδέχεται να εκφραστεί η παρατήρηση ότι πολλοί συνάδελφοι δεν τηρούν τον Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας, χωρίς να υφίστανται κυρώσεις. Συχνότατα μάλιστα ούτε καν γνωρίζουν την ύπαρξη του Ν. 3418/2005. Αυτό είναι γεγονός.
Οφείλουμε όμως όλοι να γνωρίζουμε ότι, αν υπάρξει συγκεκριμένη καταγγελία, ο νόμος θα εφαρμοστεί και κανείς δεν δικαιούται να ισχυριστεί ότι δεν τον γνώριζε, διότι η άγνοια νόμου δεν επιτρέπεται (βλ. π.χ. και απόφαση ΣτΕ 521/2006).
Πρέπει να τονιστεί ότι το παρόν άρθρο αναφέρεται στην ανεπίτρεπτη, μη τεκμηριωμένη αρνητική κριτική συναδέλφων.
Δεν αναφερόμαστε σε ενδεχόμενη περίπτωση κατά την οποία υποπίπτει στην αντίληψη του γιατρού σοβαρή παράλειψη ή αμέλεια άλλου συναδέλφου. Πιστεύουμε ακράδαντα ότι τέτοιες περιπτώσεις είναι εξαιρετικά σπάνιες, πολύ σπανιότερες από όσο οι εξ ιδιοτέλειας ελαυνόμενες καταγγελίες προβάλλουν. Αν υπάρξει πάντως τέτοια περίπτωση, ο γιατρός βρίσκεται «ενώπιος ενωπίω» με τη συνείδησή του. Θα κρίνει, μακριά από κάθε μορφής ιδιοτέλεια, αν υπήρξε σοβαρή, μη επανορθώσιμη επίπτωση στον άρρωστο ή αν αυτό δεν έχει συμβεί. Λαμβάνοντας δε υπόψη και ότι το «σφάλλειν ανθρώπινον», θα αποφασίσει αν, ενδεχομένως, θα πρέπει να απευθυνθεί, επωνύμως και με τεκμηρίωση, στα αρμόδια ιατρικά ή σε άλλα όργανα.
Bιβλιογραφία
1. Ιπποκράτους Όρκος.
2. Περί κώδικος ασκήσεως του ιατρικού επαγγέλματος. Α.Ν. 1565/1939.
3. Κώδικας Ιατρικής Δεοντολογίας. Ν.3418/2005. ΦΕΚ Α? 287/28.11.2005
4. Απόφαση ΣτΕ. 521/2006
5. www.gmc-uk.org. Good medical practice. Aug 2013.
www.ama-assn. org/go/ethics. Code of medical ethics. June 1996
Ιούλιος, 2014